Πρωινό Παρασκευής σε μια αίθουσα του τριμελούς εφετείου Αθηνών περίμενα την σειρά μου να υπερασπιστώ σαν μάρτυρας ένα φίλο.

Την δίκη του φίλου μου προηγείτο μια άλλη ενός κυρίου μέτριου αναστήματος, αρχές των 60 με θεληματικό πηγούνι, γαμψή μύτη και άψογη χωρίστρα στα γκρίζα μαλλιά του. Φορούσε ζιβάγκο, κοτλέ παντελόνι και ένα δερμάτινο μπουφάν.

Περπατούσε δε ανάλαφρα με τα καστόρινα παπούτσια του. Στα χέρια του είχε χειροπέδες και περίμενε υπομονετικά της ώρα της δικαστικής του χρήσης.

Αξιοπερίεργο ήταν ότι υπήρχαν πάνω από 25 μάρτυρες κατηγορίας σχετικά με απάτη και πλαστογραφία με χρήση. Ο δικηγόρος που είχε ήταν διορισμένος από το δικαστήριο και έδειχνε έναν υπερβολικό φανατισμό στο να τον βοηθήσει.

Ο κατηγορούμενος με αρυτίδωτο, ήρεμο βλέμμα, κάθισε στο εδώλιο και αφού άκουσε τον πρώτο μάρτυρα να λέει τα διάφορα εναντίον του με αργή και ήρεμη φωνή απευθύνθηκε στην πρόεδρο του δικαστηρίου λέγοντας της :

Κυρία πρόεδρος, μην κουράζεστε, αποδέχομαι το κατηγορητήριο όπως είναι, μην μπαίνουμε στην περαιτέρω διαδικασία.

Η πρόεδρος ξαφνιασμένη επέμενε να συνεχίσει το δικονομικό της καθήκον φωνάζοντας τους υπόλοιπους μάρτυρες οι οποίοι σχεδόν στερεότυπα επαναλάμβαναν τις κατηγορίες εναντίον του κατηγορούμενου.

Οπότε, όταν ο διορισθέν από το δικαστήριο συνήγορός του, ήθελε να επέμβει, αυτός τον διέκοπτε με την παράκληση να επισπευτεί η διαδικασία.

Τελικά στην αγόρευση του συνηγόρου έγινε πάλι μια διακοπή όπου ο κατηγορούμενος επανέλαβε ότι δεν υπάρχει λόγος να συνεχιστεί αυτό το πράγμα γιατί δέχεται αυτοτελές το κατηγορητήριο.

Σε ερώτηση του δικηγόρου γιατί δεν τον αφήνει να τον υπερασπιστεί έστω στο ελάχιστο και τυπικά του απάντησε :

Στην φυλακή μπήκα πρώτη φορά σαν αριστερός, όταν βγήκα έγινα βιομήχανος. Μετά από κυνήγι ξαναμπήκα για 10 χρόνια στην φυλακή χάνοντας τα πάντα.

Εκεί βρήκα την μοναξιά και την τάξη και ίσως τον εαυτό μου, αλλά ας σταματήσουμε εδώ γιατί τα υπόλοιπα δεν μπορείτε να τα καταλάβετε.

Η όλη ιστορία όπως την διηγήθηκε ο κατηγορούμενος χωρίς να χρωματίσει την φωνή του, ή να προκαλεί λύπη εντυπωσίασε δικαστές και κοινό.

Σε σημείο τέτοιο που η πρόεδρος του δικαστηρίου μαζί με τους άλλους δικαστές να τον παρακαλεί να κάνει έφεση προκειμένου να πετύχει δευτεροβάθμια μια καλύτερη ποινή.

Ξανά ο κατηγορούμενος απάντησε :

Ευχαριστώ για τις προσπάθειές σας, δεν θέλω, βιάζομαι να γυρίσω πίσω.

Καθώς η φρουρά τον οδηγούσε εκτός της αίθουσας, πέρασε από δίπλα μου όπου ένας γηραλέος κύριος όλο σεβασμό τον ρώτησε :

Γιατί βιάζεσαι τόσο πολύ να πάς πίσω στην φυλακή; Και του απάντησε :

Είναι το μοναδικό μέρος που έχει σταθερές ώρες φαγητού.

φωτογραφία : Arvind Balaraman / FreeDigitalPhotos.net

Leave a Reply

You must be logged in to post a comment.

Αρχη