Κατά τις δεκαετίες μετά την Μεταπολίτευση, το πολιτικό σύστημα και τα κόμματα αποτέλεσαν τους μεσάζοντες ανάμεσα στην κοινωνία και την οικονομία. Η οικονομική εξουσία υπαγόρευε, η Βουλή νομοθετούσε, η κοινωνία εξέλεγε. Δημιουργήθηκε έτσι το ιδιότυπο νεοελληνικό Κράτος, με τους 800.000 δημοσίους υπαλλήλους, οι οποίοι ήταν παράλληλα και εκλογικοί πελάτες των κομμάτων που χρηματοδοτούσε η οικονομική εξουσία. Το παράδοξο βέβαια είναι ότι ενώ το δημόσιο ήταν στελεχωμένο, οι δημόσιες παροχές, όπως η υγεία, η παιδεία η κοινωνική πρόνοια, η δικαιοσύνη δεν έφταναν στους πολίτες, εξαιτίας της διαφθοράς που επικρατούσε, με αποτέλεσμα η λέξη «δημόσιο» να ταυτιστεί στο κοινωνικό υποσυνείδητο με την έννοια της παρακμής.
Το ιδιότυπο λοιπόν αυτό πολιτικό σύστημα διαλύεται «εξ ων συνετέθη» από την ίδια την οικονομική εξουσία που το τροφοδοτούσε. Το διεθνές κεφάλαιο σταμάτησε να χρηματοδοτεί το Κράτος, το πολιτικό σύστημα σταμάτησε να μπορεί να πληρώνει τους εκλογικούς του πελάτες, με αποτέλεσμα την πλήρη γελοιοποίησή του, ενώ οι κοινοβουλευτικοί θεσμοί είναι πια διακοσμητικοί, καθώς η οικονομική εξουσία δεν χρειάζεται πλέον την νομιμοποίηση που άλλοτε της πρόσφεραν. Το νέο σύστημα που φαίνεται να επικρατεί, αυτό του πραγματικού καπιταλισμού, είναι πολύ πιο άγριο, οι οικονομικοί παίχτες πολύ πιο σκληροί, ενώ η κοινωνία από πελάτης μετατρέπεται σε επαίτης.